




























Urban Agricultural Park in Votanikos
ATHENS, GREECE
2014
DESIGN TEAM: ALEX PAPASPYROS, SOFRONI DANAE, SOTIROPOULOU ANTONIA
The subject of this research project is creating a model urban agricultural park, in Votanikos area. Our park provides agricultural education both in theory and in practice. It also includes specialized uses of agricultural and botanical nature. Our proposal offers a positive alternative to the gentrification of the area, while respecting its historical course and geographical capabilities, as opposed to purely commercial existing scenarios.
Eleonas is an unstructured, almost unknown area in the center of the Attica, with a special history and with physical properties that favor the development of crops. In ancient Athens, there is the sacred olive grove, which is converted to vegetable cultivations in the 18th century. During the 20th century the area is converted into an industrial zone but without appropriate infrastructure . From the 90s takes place the deindustrialisation of the area, leaving behind many deserted buildings. By 1991 Eleonas had not yet been registered in the urban plan. Today, despite several proposals for urban renewal, the area remains in a stagnant situation . Our plot is located on an intersection of conflicting land uses. On the one side there is residence and the Agricultural University with land uses of agriculture, park , education and science, and on the other side there is a load of unwanted uses (transport, industry, abandonment). The diversity of the premises that surround the plot reflect the problems of Eleonas. As a result there is an introversion tendency by the Agriculture University , which leads to isolation and degradation of the area. Hazardous scenarios are being proposed, such as the construction of the Stadium of PAO, shopping centers and office buildings. Such proposals do not pose any potential for creating a liveable residential area. Our proposal opposes this commercial development and adds a new place of interest in Attica while enhancing the green network. Our park in cooperation with the Agricultural University could be a bridge for expansion and spread of healthy activities from the center of Athens to the unexploited Eleonas region.
Crucial for the design was the connection of the Agricultural University to the city and neighborhood . We use the dynamics of the plot, its shape and position to make it function as a “ connector “, expanding the activities of the Agricultural University, while giving a positive scenario for the area . To achieve this union, the park must “flow” and its form should be organic and liquid. There is a central path of movement coinciding with the diagonal of the plot, which connects the neighborhood and the Agricultural University (local and supra-local connection). On either sides of the main path, four pieces of land for agriculture are being distinguished, which include the use of education and practice.
Using ellipsoidal forms, which result from lines connecting the entrances of the park and the urban tissue,we design four pieces of arable land. Then, by smaller oval shapes that intersect with these plots, the boundaries of the park are formed. On these intersections one can encounter endemic herbs. The trees promote harmony and continuity between human habitation and the natural world and consist a vertical and horizontal barrier to pollution .We also propose a pedestrianization of Sidirokastrou Str. and Amfipoleos Str. for a smooth transition from the neighborhood to the park. These streets are of very low traffic. To create open and semi-open spaces, we use wooden shelters, which sometimes coincide with the natural boundaries, following the movement of the park. At the junction of Amphipoleos and Ag.Polycarpou Street, where there is also a small neighborhood center, we place the main entrance. A flea market can be organized freely on the main axis of the park. The market can be combined with the eko-festivals so to contribute to the local and supra-local nature of the park.
The built premises ‘’flow’’ and emphasize the main movement. There is a gradience of publicity from the main entrance to the point where we connect with the Agricultural University, from the most public uses to the more exquisite ones. Buildings are placed under the wooden shelters so that they connect with semi-open spaces. Depending on the nature of the buildings, we separate them into two groups with different architectural vocabulary. The public uses are housed in lightweight wooden structures with view to the landscape and their entrances face the main path. The scientific buildings, because of their specificity and the stringency of their standards, correspond to strict lines and solid materials. They are covered in spots from the soil of the hills to symbolize stability and the importance of the preservation of seeds and plants. They are made of reinforced concrete with small openings and special conditions of temperature and ventilation.
On the main path, the buildings are located as follows: The first building we see is a small grocery addressed directly to the neighborhood and an info point with information on the activities of the park. Then there is a restaurant with view on the lake, while on the opposite is the library and herbarium, which are arranged around a central square, the core of the park. The last building we see is the Seed Bank, which is also the end of our journey. In each of the four pieces of agricultural land there is a corresponding laboratory. The simple form and construction symbolizes the stability of human activity.
H διπλωματική αφορά τη δημιουργία ενός πρότυπου αστικού καλλιεργητικού πάρκου στο Βοτανικό. Το σενάριο περιλαμβάνει χρήσεις θεωρητικής και πρακτικής εκπαίδευσης πάνω στην καλλιέργεια (σε εκτάσεις καλλιεργίσιμης γης) και εξειδικευμένες χρήσεις γεωπονικής και βοτανολογικής φύσεως. Η πρόταση προσφέρει θετική κατεύθυνση για την εξέλιξη της περιοχή, σεβόμενη την ιστορική πορεία και τις γεωγραφικές της δυνατότητες, σε αντίθεση με τα επικίνδυνα σενάρια που τη μονοπωλούν.
Ο Ελαιώνας είναι μια κατά βάση αδόμητη, σχεδόν άγνωστη περιοχή στο κεντρο της Αττικής με φυσικές ιδιότητες που ευνοούσαν την ανάπτυξη καλλιεργειών και με ιδιαίτερη ιστορική εξέλιξη. Στην αρχαία Αθήνα , έχουμε τον ιερό Ελαιώνα που μετατρέπεται σε λαχανόκηπο τον 18ο αι. Τον 20ο αι. μετατρέπεται σε βιοτεχνική και αργότερα σε βιομηχανική ζώνη χωρίς πρόβλεψη των κατάλληλων υποδομών. Από τη δεκαετία του ‘90 εκδηλώνεται η αποβιομηχάνιση της περιοχής αφήνοντας πίσω πολλά έρημα κτίρια. Μέχρι το 1991 δεν είχε ακόμα ενταχθεί στο σχέδιο πόλης, αποτελόντας μια «τρύπα» στον πολεοδομικό ιστό . Σήμερα παρά τα ποικίλα διατάγματα για αναβάθμιση της περιοχής, παραμένει σε στάσιμη κατάσταση.
Το οικόπεδό μας βρίσκεται σε ένα σημείο τομής αντιφατικών χρήσεων . Από την μία έχουμε κατοικία καθώς και την νησίδα του Γεωπονικού με χρήσεις πράσινου, εκπαίδευσης, επιστήμης και απ’ την άλλη ένα φόρτο ανεπιθύμητων χρήσεων (μεταφορικές, βιομηχανία, εγκατάληψη) . Στην ετερότητα των όριων του οικοπέδου αντικατοπτρίζονται τα προβλήματα της περιοχής.Ως αποτέλεσμα έχουμε εσωστρέφεια του Γεωπονικού σε σχέση με την περιοχή, καθώς και απομόνωση και υποβάθμιση της περιοχής με επικίνδυνα ολικά σενάρια όπως την ανέγερση του γηπέδου του ΠΑΟ, εμπορικών κέντρων και κτηρίων γραφείων, χρήσεις υπερτοπικές που δεν δημιουργούν καμία προοπτική για δημιουργία βιώσιμης περιοχής κατοικίας. Η πρότασή μας εναντιώνεται σε αυτή την κατάσταση και προσδίδει μια νέα κεντρικότητα στην Αττική ενισχύοντας το δίκτυο πρασίνου. Το πάρκο μας μαζί με το Γεωπονικό μπορεί να αποτελέσει μια γέφυρα για εκτόνωση και εξάπλωση υγειών χρήσεων από το κέντρο της Αθήνας στον ανεκμετάλλευτο Ελαιώνα
Αφετηρία του σχεδιασμού είναι το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο και η σύνδεσή του με την πόλη και την γειτονιά. Εκμεταλλευόμαστε τη δυναμική του οικοπέδου, το σχήμα και τη θέση του, ώστε να λειτουργεί σαν «συνδετήρας» ενισχύοντας τις δραστηριότητες του Γεωπονικού, δίνοντας παράλληλα θετικό σενάριο για την περιοχή. Για να επιτευχθεί αυτή η ένωση – ώσμωση , το πάρκο πρέπει να «κινείται» και η μορφή του να χαρακτηρίζεται από οργανικότητα και ρευστότητα. Βασική αρχή του σχεδιασμού είναι ένας κύριος άξονας κίνησης που ακολουθεί τη διαγώνιο του οικοπέδου η οποία ενώνει την πόλη- γειτονιά με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο ( τοπική και υπερτοπική σύνδεση). Εκατέρωθεν της βασικής διαδρομής διακρίνονται 4 κομμάτια καλλιέργειας τα οποία αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό του οικοπέδου όπου πραγματοποιείται η πρακτική εκπαίδευση. Χρησιμοποιώντας ελλειψοειδή σχήματα, που προέκυψαν από χαράξεις που ενώνουν τις εισόδους του πάρκου και χαράξεις-συνέχειες του πολεοδομικού ιστού, σχηματίστηκαν τα τέσσερα κομμάτια καλλιεργήσιμης γης και στην συνέχεια, από μικρότερα ελλειψοειδή που τέμνουν τις καλλιέργειες σχηματίστηκαν τα όρια του πάρκου. Σε αυτά τα σημεία τομής συναντάμε ενδημικά βότανα, υδρόβια και ξηράς. Τα στοιχεία δουλεύονται με τον ίδιο οργανικό τρόπο σε κάτοψη και σε τομή. Η χωροθετηση της δενδροφύτευσης ενισχύει τα φυσικά όρια και την συνέχεια ενώ αποτελεί κάθετο και οριζόντιο φράγμα ρύπανσης.
Προτείνεται επίσης, πεζοδρόμηση και φύτευση της οδού Σιδηροκάστρου και της οδού Αμφιπόλεως ως συνέχεια του τοπίου για την ομαλή μετάβαση από τη γειτονιά στο πάρκο. Οι δρόμοι αυτοί δεν έχουν συχνή χρήση.Για να δημιουργήσουμε υπαίθριους και ημιυπαίθριους χώρους ,επιλέγουμε μια λογική στεγάστρων, που άλλοτε εφάπτονται, άλλοτε συμπίπτουν με τις χαράξεις, ακολουθώντας την κίνηση του πάρκου. Στην συμβολή των οδών Αμφιπόλεως και Αγ. Πολυκάρπου, όπου υπάρχει και ένα μικρό κέντρο γειτονιάς, βρίσκεται η κύρια είσοδος. Μια απ’ τις βασικές χρήσεις είναι μια υπαίθρια αγορά, η οποία οργανώνεται ελεύθερα πάνω στον κεντρικό άξονα του πάρκου. Η αγορά συνδυάζεται με τις οικογιορτές και συμβάλλει στον τοπικό αλλά και υπερτοπικό χαρακτήρα του πάρκου.
Το κτιριακό κομμάτι ρέει και ενισχύει πάντα τον βασικό άξονα κίνησης. Υπάρχει μια διαβάθμιση δημοσιότητας από την είσοδο μέχρι την κατάληξη-ένωση με το Γεωπονικό, από τις δημόσιες στις πιο εξιδεικευμένες χρήσεις. Τα κτήρια οργανώνονται κάτω από τα στέγαστρα, έτσι ώστε οι χρήσεις τους να εκτονώνονται σε ημιυπαίθριους χώρους. Σύμφωνα με το χαρακτήρα διαχωρίζουμε τα κτήρια σε δυο τύπους με διαφορετικό αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο. Οι δημόσιες χρήσεις στεγάζονται σε ελαφριές διαμπερείς ξύλινες κατασκευές με οπτική επαφή από και προς το τοπίο, ενώ οι εισόδοι τους βρίσκονται πάνω στην βασική κίνηση. Οι εξιδεικευμένες χρήσεις λόγω της ιδιαιτερότητας και της αυστηρότητας των προδιαγραφών τους, αντιστοιχούν σε αυστηρότητα γραμμών και υλικών. Βυθίζονται και καλύπτονται σε ποσοστό τους από το χώμα των λοφων συμβολίζοντας έτσι σταθερότητα και τη σημασία της διαφύλαξης των σπόρων και των φυτών. Είναι κτήρια από οπλισμένο σκυρόδεμα με μικρά ανοίγματα και συγκεκριμένες συνθήκες θερμοκρασίας και εξαερισμού.
Πάνω στην κύρια διαδρομή τα κτήρια τοποθετούνται ως εξής: Το πρώτο κτήριο που συναντάμε είναι ένα μικρό παντοπωλείο που απευθύνεται άμεσακαι στην γειτονιά και info point για τις δραστηριότητες του πάρκου. Στην συνέχεια συναντάμε ένα εστιατόριο με θέα στην λίμνη, ενώ απέναντί του βρίσκεται η βιβλιοθήκη και το ερμπάριο (Herbarium), τα οποία διατάσσονται γύρω από μια κεντρική πλατεία , που αποτελεί και τον πυρήνα του παρκου. Το τελευταίο κτήριο-συνδετήρας με το Γεωπονικό είναι η τράπεζα σπόρων, που αποτελεί την κατάληξη της διαδρομής. Στα τέσσερα καλλιεργητικά κομμάτια αντιστοιχεί από ένα εργαστήριο. Η κεντρικότητά τους και η απλή τους μορφή συμβολίζει την σταθερότητα της ανθρώπινης δραστηριότητας σε σχέση με τη γη.